Αν το άσυλο είχε πόδια και χέρια, θα ήταν σήμερα 27 ετών -αν λάβουμε ως ημερομηνία γέννησής του το 1982 όταν και για πρώτη φορά κατοχυρώθηκε νομοθετικά[1] στην Ελλάδα αν και τόσο στην Ελλάδα όσο και στον ευρωπαϊκό χώρο έχει προϊστορία ίσως και αιώνων. Πολύ πιθανόν κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος, άρτι απολυθείς από το στρατό (αν ήταν άνδρας) και άρτι αφιχθείς σε έναν ακόμα μεγαλύτερο στρατό, αυτόν των ανέργων, αυτών που αναζητούν ελπίδα και προοπτική, σε μια κρίσιμη καμπή της ζωής του. Μπορεί το άσυλο να μην έχει πόδια και χέρια, περνάει όμως εξίσου δύσκολες ώρες με έναν 27 χρόνο νέο ή νέα.
Δημοσκοπήσεις επί δημοσκοπήσεων για την ανάγκη αναθεώρησης του νομοθετικού πλαισίου που ορίζει το άσυλο, συζητήσεις επί συζητήσεων στα μ.μ.ε. Και κάθε φορά η διαβούλευση ξεκινά με την ίδια φράση από τους «έγκριτους» δημοσιογράφους-αναλυτές, «το πανεπιστημιακό άσυλο είναι ελληνική εφεύρεση παγκόσμιας πρωτοτυπίας» προσπαθώντας να δημιουργήσουν στο ασυνείδητο το τηλεθεατή την παρακάτω αρνητική εικόνα. Οι Έλληνες ως γνωστόν κατέχουν συνήθως αρνητικές πρωτιές σε πολλές έρευνες και η παγκόσμια πρωτοτυπία αυτή δε θα μπορούσε ως μοναδικό ελληνικό φαινόμενο παρά να έχει εξίσου αρνητικό πρόσημο. Θα άξιζε να αναρωτηθεί και να ερευνήσει κάποιος από τους εν λόγω «έγκριτους» δημοσιογράφους αν η εισβολή τανκ σε πανεπιστημιακό χώρο με αποτέλεσμα νεκρούς φοιτητές αποτελεί εξίσου ελληνική παγκόσμια πρωτοτυπία.
Πέρα από τους ιστορικούς[2] και συμβολικούς λόγους που συνηγορούν ή δικαιολογούν τη διατήρηση του θεσμού υπάρχουν βαθύτεροι και ουσιαστικότεροι που επιβάλλουν την προστασία του. Σε κάθε περίπτωση το γεγονός ότι το πανεπιστημιακό άσυλο είναι μια ελληνική παγκόσμια πρωτοτυπία δε σημαίνει αυτομάτως ότι αποτελεί μια επιζήμια για την κοινωνία εφεύρεση… επικίνδυνη μπορεί ναι, αλλά αυτό που είναι επικίνδυνο για τους λίγους, μπορεί να είναι ωφέλιμο για τους πολλούς…
Πρώτα από όλα θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι κατ’ ουσίαν άσυλο υπό την έννοια του χώρου που ευδοκιμούν και διευκολύνονται ανομίες και παρανομίες δεν υπάρχει. Τόσο ο νόμος του 1982 όσο και του 2007 είναι σαφείς. Η δημόσια δύναμη μπορεί να εισέρχεται χωρίς άδεια των πανεπιστημιακών αρχών αλλά και χωρίς άδεια του εισαγγελέα στις περιπτώσεις τέλεσης αυτόφωρων κακουργημάτων ή αυτόφωρων πλημμελημάτων κατά της ζωής[3]. Πέρα από αυτό όμως, οποτεδήποτε οι αρμόδιες πανεπιστημιακές αρχές προσκαλέσουν ή παραχωρήσουν σχετική άδεια, μπορεί η δημόσια δύναμη να εισέλθει στο χώρο του πανεπιστημίου ανεξαρτήτως τέλεσης ή μη αυτόφωρων αδικημάτων. Συνεπώς το νομοθετικό πλαίσιο για το άσυλο σε καμία περίπτωση δεν εκτρέφει καταστάσεις ανομίας ή δεν έχει παρόμοιο σκοπό. Άρα το άσυλο υπόκειται σε περιορισμούς και παρακάτω θα φανεί πώς επιχειρείται με τον τελευταίο νόμο-πλαίσιο Γιαννάκου η περαιτέρω συμπίεσή του.
Αλλά πρώτα ας δούμε γιατί ο νόμος απαιτεί την προηγούμενη άδεια των πανεπιστημιακών αρχών για την παρουσία δημόσιας δύναμης, κατασταλτικής ή μη. Πρώτα από όλα αυτό αποτελεί έκφανση της αρχής του Αυτοδιοίκητου των Πανεπιστημίων, η οποία κατοχυρώνεται συνταγματικά[4].
Σύμφωνα με το νόμο-πλαίσιο για την ανώτατη εκπαίδευση στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα κατοχυρώνεται η ακαδημαϊκή ελευθερία στην έρευνα και διδασκαλία, καθώς και η ελεύθερη έκφραση και διακίνηση των ιδεών. Δεν επιτρέπεται η επιβολή ορισμένων μόνον επιστημονικών απόψεων και ιδεών και η διεξαγωγή απόρρητης έρευνας. Το ακαδημαϊκό άσυλο αναγνωρίζεται για την κατοχύρωση των ακαδημαϊκών ελευθεριών και για την προστασία του δικαιώματος στη γνώση, τη μάθηση και την εργασία όλων ανεξαιρέτως των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας των Α.Ε.Ι., και των εργαζομένων σε αυτά, έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει.
Εύλογα τίθεται το προβοκατόρικο ερώτημα γιατί είναι σήμερα αναγκαίο το άσυλο, όταν σε καθεστώς απόλυτης δημοκρατικής νομιμότητας κανείς δεν εμποδίζει την ελεύθερη διάδοση των ιδεών στους πανεπιστημιακούς χώρους, πολλώ δεν μάλλον η Αστυνομία.
Ακόμα και η ίδια η δημοκρατία καθώς και φορείς των θεσμών της μπορεί να αποκτήσει καθεστωτικές αντιλήψεις και συμπεριφορές. Ακόμα και το ίδιο το Σύνταγμα στην ακροτελεύτια διάταξη ορίζει ότι ακόμη και αν η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού αποφασίσει να εγκαθιδρύσει ένα νέο πολίτευμα ή σύνταγμα, αυτό θα είναι παράνομο. Πέραν αυτού όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και επί δικτατορίας το επίσημο πολίτευμα της χώρας –μετά τη διενέργεια και δημοψηφίσματος- ήταν προεδρική δημοκρατία. Κοινώς αυτός που καθορίζει το χαρακτήρα και την ποιότητα του πολιτεύματος δεν είναι οι ταμπέλες και οι θεσμοί αλλά ο τρόπος που λειτουργούν οι θεσμοί. Είναι αυταπόδεικτο ότι η Αστυνομία και η κάθε αστυνομία είναι θεματοφύλακας μιας νομιμότητας όπως την αντιλαμβάνεται η εκτελεστική εξουσία και η άρχουσα τάξη και της κάθε νομιμότητας ανεξαρτήτως αν αυτή η νομιμότητα είναι η νομιμότητα μιας δικτατορίας ή μιας δημοκρατίας. Εν τέλει είναι ο προστάτης της εκάστοτε καθεστηκυίας κατάστασης και τάξης. Συνεπώς στόχος της είναι να προστατεύει αυτήν την τάξη με οποιοδήποτε μέσο.
Από την άλλη τα πανεπιστήμια είναι οι κατεξοχήν ναοί[5] της γνώσης και της επιστήμης. Επιστήμη όμως πάνω από όλα σημαίνει αμφισβήτηση. Ο Γαλιλαίος, ο Κοπέρνικος και πολλοί άλλοι για να μην αναφέρω το Δαρβίνο και πλείστους άλλους έπρεπε να αμφισβητήσουν τις καθεστηκυίες τάξεις τους πρώτα από όλα. Αν δεν το είχαν κάνει, η Γη θα ήταν ακόμα επίπεδη, κέντρο του ηλιακού μας συστήματος και θα εξακολουθούσαμε να πιστεύουμε στη θεωρία της Δημιουργίας και όχι της Εξέλιξης. Αμφισβητώ, άρα σκέφτομαι. Σκέφτομαι, άρα υπάρχω. Η αμφισβήτηση είναι δομικό και απαραίτητο στοιχείο για την πρόοδο. Δε σημαίνει ότι οδηγεί πάντοτε σε πετυχημένο αποτέλεσμα. Ο Thomas Edison έλεγε όμως I have not failed. I've just found 10,000 ways that won't work.
Οι γονιμότεροι φορείς της αμφισβήτησης δεν μπορεί παρά να είναι οι νέοι και σκεπτόμενοι άνθρωποι. Κατά κανόνα είναι δύσκολο για τον 40ντάρη που απέκτησε το κάμπριο όχημά του, τον 5οάρη οικογενειάρχη που βάζει πάνω από όλα την οικογένεια του ή τον 60ντάρη συνταξιούχο που έχει μάθει να ζει και να αναπνέει σε ένα συγκεκριμένο σύστημα, να έρθουν να αμφισβητήσουν καθεστηκυίες τάξεις και αξίες. Όπως στη φύση έτσι και στην κοινωνία υπάρχει μια αόρατη δύναμη της αδράνειας που κάνει τους ανθρώπους φοβικούς σε ανατροπές καταστάσεων όταν αυτοί δεν μπορούν να προδιαγράψουν και να ελέγξουν το αποτέλεσμα των ανατροπών αυτών. Ο καταλληλότερος χώρος και χρόνος για να ευδοκιμήσει η αμφισβήτηση και η ανατροπή είναι ο πανεπιστημιακός χώρος και χρόνος. Εκεί που οι παλιές με τις νέες ιδέες ζυμώνονται, αντιπαρατίθενται και συγκρούονται.
Μα τι σχέση έχουν οι αναταραχές, τα επεισόδια και οι διαμαρτυρίες και όλα αυτά που συμβαίνουν μέσα στα πανεπιστήμια με την Επιστήμη και την Έρευνα, που είναι οι πρωταρχικοί σκοποί ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος θα αναρωτιούνται ορισμένοι. Αντιλαμβάνομαι ότι για πολλούς είναι δύσκολο να κατανοήσουν ότι το πανεπιστήμιο δεν είναι μια επαγγελματική σχολή που σκοπός της είναι να παράγει επαγγελματίες-επιστήμονες. Η επιστήμη δεν έχει καμία αξία χωρίς την κοινωνία. Πανεπιστήμιο και κοινωνία πρέπει να είναι δοχεία που επικοινωνούν. Πανεπιστήμιο δεν είναι μόνο μαθήματα, παραδόσεις, ερευνητικά εργαστήρια, εξετάσεις, βαθμοί και στο τέλος ένα πτυχίο. Η πανεπιστημιακή κοινότητα είναι ένας ζωντανός οργανισμός που θα έπρεπε να διαπαιδαγωγεί και να διαπλάθει κοινωνικά και πολιτικά σκεπτόμενους επιστήμονες-πολίτες. Ένα πανεπιστήμιο ανοιχτό στην κοινωνία με δραστηριότητες όχι αμιγώς ερευνητικές και διδακτικές, που αμφισβητεί την εκάστοτε καθεστηκυία τάξη και κυρίως τους επικεφαλής της είναι κάτι που δεν το θέλει καμία καθεστηκυία ελίτ. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που με το νέο νόμο Γιαννάκου δεν προστατεύονται όλοι οι πανεπιστημιακοί χώροι από το ακαδημαϊκό άσυλο αλλά μόνο οι χώροι διδασκαλίας και έρευνας[6]. Βέβαια το ποιοι είναι οι χώροι αυτοί θα καθορισθεί από το κάθε ίδρυμα ξεχωριστά με δική του πρωτοβουλία, ωστόσο οι κατευθύνσεις και οι προθέσεις είναι ξεκάθαρες ίσως και προδιαγεγραμμένες. Εκτός από τη διαφορετική χωροθέτηση που επιχειρεί ο νόμος Γιαννάκου σε σχέση με τον παλαιότερο νόμο-πλαίσιο (Ν. 1268/1982) υπάρχουν και άλλες δύο λεπτές διαφορές ανάμεσα στο νόμο του 1982 και του 2007. Ο νόμος του 1982 δεν προσδιόριζε ρητά ή κατονόμαζε ποιοι είναι οι φορείς της ακαδημαϊκής ελευθερίας. Στο Ν. 3549/2007 ορίζεται ότι το ακαδημαϊκό άσυλο αναγνωρίζεται για την κατοχύρωση των ακαδημαϊκών ελευθεριών και για την προστασία του δικαιώματος στη γνώση, τη μάθηση και την εργασία όλων ανεξαιρέτως των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας των Α.Ε.Ι., και των εργαζομένων σε αυτά, έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει. 1. Στον Ν. 1268/1982 οριζόταν ότι για την κατοχύρωση της ακαδημαϊκής ελευθερίας, της ελεύθερης επιστημονικής αναζήτησης και της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών, αναγνωρίζεται του Πανεπιστημιακό Άσυλο. Είναι επίσης ευδιάκριτη η προσπάθεια σύνδεσης του ασύλου με την ακαδημαϊκή ελευθερία υπό στενή έννοια και για αυτό γίνεται χρήση του όρου ακαδημαϊκός σε αντίθεση με τη ρύθμιση του 1982 που έκανε λόγο όχι για ακαδημαϊκό άσυλο αλλά για πανεπιστημιακό. Αυτές οι μικρές διαφορές μπορεί να φαίνονται ασήμαντες στους περισσότερους, αποκαλύπτουν όμως την πρόθεση για την αποσύνδεση της έννοιας του ασύλου με πανεπιστημιακές δράσεις που δεν έχουν στενό ακαδημαϊκό χαρακτήρα και ίσως μια προσπάθεια να αποκοπεί ή έννοια της ακαδημαϊκής ελευθερίας, της έκφρασης και διάδοσης των ιδεών από τη σύνδεσή της με την ίδια την κοινωνία –με τους εκάστοτε κοινωνικούς αγώνες.
Άλλωστε όπως έχει διατυπώσει και ο Α. Μάνεσης «…η διάκριση μεταξύ καθαρής επιστήμης και πολιτικής, μεταξύ επιστήμης και αξιολογικών κρίσεων της επιστήμονα δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα…».
Όπως όμως υποστηρίζει και ο καθ. Συνταγματικού Δικαίου, Αντ. Μανιτάκης «Το πανεπιστήμιο έχει και σήμερα ανάγκη από το πανεπιστημιακό άσυλο, όχι για να κλειστεί στον εαυτό του και να αποκοπεί από την κοινωνία, ούτε για να αποσυνδεθεί από την παραγωγή, με την οποία πρέπει να διατηρεί στενούς δεσμούς, αλλά για να συνδεθεί με την κοινωνία και την παραγωγή από θέση ισχύος και ανεξαρτησίας, έτσι ώστε να μπορεί το ίδιο να καθορίζει τους όρους της έρευνας και προαγωγής της επιστήμης. Έχει ανάγκη από το άσυλο, όπως έχει ανάγκη και από την αυτοδιοίκηση και την οικονομική του αυτοτέλεια, όχι για να προασπίσει τα ανύπαρκτα προνόμια των πανεπιστημιακών δασκάλων του, αλλά για να μπορεί να βρει καταφύγιο η ελεύθερη, χωρίς καταναγκασμούς ή εξαρτήσεις, επιστημονική αναζήτηση, η ανεξαρτησία της γνώμης και της σκέψης, η ελεύθερη παραγωγή και μετάδοση της γνώσης».
Βέβαια αυτοί που οραματίζονται ένα πανεπιστήμιο αλληλοεξαρτώμενο από τις ιδιωτικές εταιρίες, ονειρεύονται ένα πανεπιστήμιο ρομπότ που θα παράγει όσα απαιτούν οι αγορές ή καλύτερα όσα απαιτούν αυτοί που ελέγχουν τις αγορές. Το αν θα παράγει το πανεπιστήμιο κοινωνικά και πολιτικά σκεπτόμενους επιστήμονες όχι μόνο δεν είναι προτεραιότητα αλλά πρέπει να αποφευχθεί σε κάθε περίπτωση. Και ας μη γελιόμαστε, ένας από τους λόγους που επιδιώκεται η κατάργηση του ασύλου είναι για να καμφθούν οι ενδεχόμενες όποιες αντιδράσεις στα μελλοντικά σχέδια όχι μόνο σχετικά με την αναθεώρηση του άρθρου 16 και μιας άλλης σειράς μέτρων για την ανώτατη παιδεία και όχι μόνο. Το άσυλο ευνοεί τη δημιουργία εστιών αντίδρασης. Θα συμφωνήσω πως κάθε αντίδραση δε σημαίνει ότι είναι και προς τη θετική κατεύθυνση αλλά καλύτερα ακόμα και μια λανθασμένη αντίδραση από την αποχαύνωση του τηλεοπτικού καναπέ…
Συνεπώς αν ίσχυε ο νόμος Γιαννάκου το 1973 οι εξεγερμένοι του Πολυτεχνείου θα έπρεπε να κάνουν κατάληψη μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας και στα ερευνητικά εργαστήρια… Βέβαια κάνοντας λόγο για εξεγερμένους του 1973 ας μην ξεχνάμε όχι τους τίτλους των εφημερίδων –που ήταν ελεγχόμενες- αλλά την άποψη ενός μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης που έκανε λόγο για κωλόπαιδα, αλήτες και αναρχικά στοιχεία… Το αυτό μαρτυρούν και οι απόψεις ανθρώπων που αναρωτιούνται ακόμα και σήμερα γιατί θα πρέπει να γιορτάζεται η επέτειος του Πολυτεχνείου. Φυσικά αυτές οι απόψεις αλλά και η άποψη μερίδας της τότε κοινωνίας για τους εξεγερμένους φοιτητές αποσιωπείται από τα Μ.Μ.Ε, τέτοιες politically incorrect απόψεις, δεν είναι δυνατόν να βγαίνουν προς τα έξω. Αφού το Πολυτεχνείο νίκησε, δεν πρέπει να θυμόμαστε ότι κάποιοι τότε αποκαλούσαν τους εξεγερμένους «αλήτες και κωλόπαιδα». Ακόμα περισσότερο δεν πρέπει να θυμόμαστε ότι προς συμπαράσταση φοιτητών προσέτρεξαν και άλλοι. Μα τι δουλειά είχατε στην κατάληψη του πολυτεχνείου εσείς, οικοδόμος άνθρωπος, αφού δεν είστε φοιτητής; 37 χρόνια μετά τίθενται οι ίδιες ερωτήσεις σε διαδηλωτές από δικαστές της έδρας, λες και απαγορεύεται να διαδηλώνουν μαζί με τους μαθητές ή τους φοιτητές άλλοι πολίτες ή παραγωγικές τάξεις του τόπου…
Το άσυλο και η προστασία των ιδεών κυρίως της μειοψηφίας –γιατί οι απόψεις της πλειοψηφίας δεν έχουν την ίδια ανάγκη προστασίας- είναι ένας μετρητής ανεκτικότητας και κατ’ επέκταση δημοκρατικότητας... Όσο λοιπόν συμπιέζεται το άσυλο, τόσο περισσότερο αυτός ο μετρητής πλησιάζει προς το κόκκινο. Γιατί το άσυλο δημιουργεί την αναγκαία εκείνη ατμόσφαιρα που επιτρέπει να διατυπωθούν ανατρεπτικές απόψεις και διεκδικήσεις όχι μόνο σε επιστημονικό αλλά κυρίως σε κοινωνικό επίπεδο. Είναι σύμπτωση που η συζήτηση για το άσυλο θα επανέρχεται ξανά και ξανά όταν το πολιτικό σκηνικό θα είναι ρευστό; Ίσως όχι τόσο ρευστό όσο τις παραμονές της επιβολής της δικτατορίας της 21ης Απριλίου αλλά με βάση τις αναλογίες των διαφορετικών εποχών, η κρίση και η ρευστότητα θα προκαλούν αναταραχή, ανασφάλεια, αντίδραση και φυσικά από την άλλη μεριά φοβικά συντηρητικά ανακλαστικά που θα απαιτούν περισσότερη τάξη και ασφάλεια.
Μπορεί να αμφισβητήσει ότι τα πανεπιστήμια είναι από τα κατεξοχήν προπύργια κοινωνικών και πολιτικών αγώνων και κατακτήσεων; Μήπως εν τέλει η συζήτηση περί της κατάργησης του ασύλου θέλει να μεταφέρει το κέντρο λήψης απόφασης -για την επέμβαση δημόσιας δύναμης σε πανεπιστημιακό χώρο- από τις αρμόδιες πανεπιστημιακές αρχές στον κεντρικό φορέα της κρατικής εξουσίας εναντίον του οποίου στρέφονται κατά κανόνα οι διεκδικήσεις και οι αγώνες;
Κανένα άσυλο και κανένας νόμος δεν πρόκειται από μόνα τους να σταματήσουν τις ερπύστριες ενός τανκ αλλά ας μην ξεχνάμε ότι οι πιο επικίνδυνες ερπύστριες είναι εκείνες που δεν ακούγονται…
Υποσημειώσεις:
[1] Είναι γνωστό ότι εθιμικά το πανεπιστημιακό άσυλο στην Ελλάδα προστατεύεται από τα τέλη του 19ου αιώνα ακόμη. Οι ρίζες του όμως βρίσκονται ακόμα από την εποχή του Μεσαίωνα, οπού ειδικά την περίοδο του Φιλίππου Αυγούστου οι φοιτητές που τέλεσαν κάποια εγκληματική πράξη δε δικάζονταν από κανονικά δικαστήρια αλλά από τους ίδιους τους καθηγητές τους. Επίσης ο βασιλιάς Φίλιππος Αύγουστος εξέδωσε το 1200 καταστατικό χάρτη που υποχρέωνε τον Δεσμοφύλακα του Παρισιού, τον ανώτατο αξιωματούχο της εκτελεστικής εξουσία στην πόλη, να ορκίζεται ότι θα σέβεται τα προνόμια των σπουδαστών. Εν τέλει, και με την δράση τους, οι σχολές του Παρισιού αναγνωρίζονταν σαν ένα αυτόνομα σώμα μέσα στο πλαίσιο της ζωής της πόλης. Μπορούσαν να κατέχουν και να μεταβιβάζουν οικοδομήματα και γη, να εκλέγουν τις αρχές τους, να ενάγουν στα δικαστήρια και να ενάγονται, να νομοθετούν (εσωτερικά) για την διαχείριση των δικών τους ζητημάτων. Δεν ήταν απλά ένα δημιούργημα του βασιλιά, του πάπα ή των αρχών της πόλης ούτε καν του καγκελάριου της Notre Dame. Είχαν καταφέρει να δημιουργήσουν το στάτους ενός 'universitas magistrorum et scholarium' ή άλλως ενός πανεπιστημίου, http://el.wikipedia.org/wiki/ Φίλιππος_Αύγουστος_Β'_της_Γαλλίας
[2]Όπως υποστηρίζει και ο καθ. Μανωλεδάκης «το κάθε τι είναι τελικά η ιστορία», βλ. Μανωλεδάκη, Εισαγωγή στην Επιστήμη, σελ 115, άποψη που συνηγορεί στο ότι θα ήταν λάθος να εξετάζεται το άσυλο αποκομμένο από τις ιστορικές και συμβολικές τους καταβολές. Για αυτό στο μέλλον αξίζει να φωτιστούν όλα εκείνα τα ιστορικά γεγονότα που οδήγησαν τελικά στη νομική κατοχύρωση του θεσμού αυτού με το νόμο-πλαίσιο του 1982.
[3]Βλ. άρθρο 2§ 5 του Ν 1268/1982 και άρθρο 3 §6 του Ν. 3547/2007, γνωστού και ως νόμου Γιαννάκου και επίσης Ι. Μανωλεδάκη, Άσυλο ή άλλοθι. Ο νόμος προβλέπει αυτεπάγγελτη επέμβαση, εφημερίδα Το Βήμα, 17/09/2006, σελ Β55.
[4]Βλ. άρθρο 16§ 5 εδ. β΄ Συντάγματος.
[5]Στην αρχαιότητα οι ναοί αποτελούσαν χώρο ασύλου, γιατί άραγε ο ναός της γνώσης και της επιστήμης να μην προστατεύεται από κάποιο είδος ασύλου;
[6]Στο νόμο-πλαίσιο του 1982 οριζόταν ότι «το Πανεπιστημιακό Άσυλο καλύπτει όλους τους χώρους των Α.Ε.Ι.» ενώ στο νόμο Γιαννάκου «Το ακαδημαϊκό άσυλο καλύπτει όλους τους χώρους του Α.Ε.Ι. στους οποίους γίνεται εκπαίδευση και έρευνα. Οι χώροι αυτοί καθορίζονται με απόφαση και ευθύνη της Συγκλήτου για τα Πανεπιστήμια και της Συνέλευσης για τα Τ.Ε.Ι. Μπορεί τα ιδρύματα να αποφασίζουν για την έκταση της προστασίας αλλά ο νόμος τους λέει κοινώς, δεν μπορείτε να θεωρήσετε ως χώρο έρευνας και διδασκαλίας όλους τους χώρους του ιδρύματος, πρέπει να κάνετε επιλογή.
Δημοσκοπήσεις επί δημοσκοπήσεων για την ανάγκη αναθεώρησης του νομοθετικού πλαισίου που ορίζει το άσυλο, συζητήσεις επί συζητήσεων στα μ.μ.ε. Και κάθε φορά η διαβούλευση ξεκινά με την ίδια φράση από τους «έγκριτους» δημοσιογράφους-αναλυτές, «το πανεπιστημιακό άσυλο είναι ελληνική εφεύρεση παγκόσμιας πρωτοτυπίας» προσπαθώντας να δημιουργήσουν στο ασυνείδητο το τηλεθεατή την παρακάτω αρνητική εικόνα. Οι Έλληνες ως γνωστόν κατέχουν συνήθως αρνητικές πρωτιές σε πολλές έρευνες και η παγκόσμια πρωτοτυπία αυτή δε θα μπορούσε ως μοναδικό ελληνικό φαινόμενο παρά να έχει εξίσου αρνητικό πρόσημο. Θα άξιζε να αναρωτηθεί και να ερευνήσει κάποιος από τους εν λόγω «έγκριτους» δημοσιογράφους αν η εισβολή τανκ σε πανεπιστημιακό χώρο με αποτέλεσμα νεκρούς φοιτητές αποτελεί εξίσου ελληνική παγκόσμια πρωτοτυπία.
Πέρα από τους ιστορικούς[2] και συμβολικούς λόγους που συνηγορούν ή δικαιολογούν τη διατήρηση του θεσμού υπάρχουν βαθύτεροι και ουσιαστικότεροι που επιβάλλουν την προστασία του. Σε κάθε περίπτωση το γεγονός ότι το πανεπιστημιακό άσυλο είναι μια ελληνική παγκόσμια πρωτοτυπία δε σημαίνει αυτομάτως ότι αποτελεί μια επιζήμια για την κοινωνία εφεύρεση… επικίνδυνη μπορεί ναι, αλλά αυτό που είναι επικίνδυνο για τους λίγους, μπορεί να είναι ωφέλιμο για τους πολλούς…
Πρώτα από όλα θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι κατ’ ουσίαν άσυλο υπό την έννοια του χώρου που ευδοκιμούν και διευκολύνονται ανομίες και παρανομίες δεν υπάρχει. Τόσο ο νόμος του 1982 όσο και του 2007 είναι σαφείς. Η δημόσια δύναμη μπορεί να εισέρχεται χωρίς άδεια των πανεπιστημιακών αρχών αλλά και χωρίς άδεια του εισαγγελέα στις περιπτώσεις τέλεσης αυτόφωρων κακουργημάτων ή αυτόφωρων πλημμελημάτων κατά της ζωής[3]. Πέρα από αυτό όμως, οποτεδήποτε οι αρμόδιες πανεπιστημιακές αρχές προσκαλέσουν ή παραχωρήσουν σχετική άδεια, μπορεί η δημόσια δύναμη να εισέλθει στο χώρο του πανεπιστημίου ανεξαρτήτως τέλεσης ή μη αυτόφωρων αδικημάτων. Συνεπώς το νομοθετικό πλαίσιο για το άσυλο σε καμία περίπτωση δεν εκτρέφει καταστάσεις ανομίας ή δεν έχει παρόμοιο σκοπό. Άρα το άσυλο υπόκειται σε περιορισμούς και παρακάτω θα φανεί πώς επιχειρείται με τον τελευταίο νόμο-πλαίσιο Γιαννάκου η περαιτέρω συμπίεσή του.
Αλλά πρώτα ας δούμε γιατί ο νόμος απαιτεί την προηγούμενη άδεια των πανεπιστημιακών αρχών για την παρουσία δημόσιας δύναμης, κατασταλτικής ή μη. Πρώτα από όλα αυτό αποτελεί έκφανση της αρχής του Αυτοδιοίκητου των Πανεπιστημίων, η οποία κατοχυρώνεται συνταγματικά[4].
Σύμφωνα με το νόμο-πλαίσιο για την ανώτατη εκπαίδευση στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα κατοχυρώνεται η ακαδημαϊκή ελευθερία στην έρευνα και διδασκαλία, καθώς και η ελεύθερη έκφραση και διακίνηση των ιδεών. Δεν επιτρέπεται η επιβολή ορισμένων μόνον επιστημονικών απόψεων και ιδεών και η διεξαγωγή απόρρητης έρευνας. Το ακαδημαϊκό άσυλο αναγνωρίζεται για την κατοχύρωση των ακαδημαϊκών ελευθεριών και για την προστασία του δικαιώματος στη γνώση, τη μάθηση και την εργασία όλων ανεξαιρέτως των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας των Α.Ε.Ι., και των εργαζομένων σε αυτά, έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει.
Εύλογα τίθεται το προβοκατόρικο ερώτημα γιατί είναι σήμερα αναγκαίο το άσυλο, όταν σε καθεστώς απόλυτης δημοκρατικής νομιμότητας κανείς δεν εμποδίζει την ελεύθερη διάδοση των ιδεών στους πανεπιστημιακούς χώρους, πολλώ δεν μάλλον η Αστυνομία.
Ακόμα και η ίδια η δημοκρατία καθώς και φορείς των θεσμών της μπορεί να αποκτήσει καθεστωτικές αντιλήψεις και συμπεριφορές. Ακόμα και το ίδιο το Σύνταγμα στην ακροτελεύτια διάταξη ορίζει ότι ακόμη και αν η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού αποφασίσει να εγκαθιδρύσει ένα νέο πολίτευμα ή σύνταγμα, αυτό θα είναι παράνομο. Πέραν αυτού όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και επί δικτατορίας το επίσημο πολίτευμα της χώρας –μετά τη διενέργεια και δημοψηφίσματος- ήταν προεδρική δημοκρατία. Κοινώς αυτός που καθορίζει το χαρακτήρα και την ποιότητα του πολιτεύματος δεν είναι οι ταμπέλες και οι θεσμοί αλλά ο τρόπος που λειτουργούν οι θεσμοί. Είναι αυταπόδεικτο ότι η Αστυνομία και η κάθε αστυνομία είναι θεματοφύλακας μιας νομιμότητας όπως την αντιλαμβάνεται η εκτελεστική εξουσία και η άρχουσα τάξη και της κάθε νομιμότητας ανεξαρτήτως αν αυτή η νομιμότητα είναι η νομιμότητα μιας δικτατορίας ή μιας δημοκρατίας. Εν τέλει είναι ο προστάτης της εκάστοτε καθεστηκυίας κατάστασης και τάξης. Συνεπώς στόχος της είναι να προστατεύει αυτήν την τάξη με οποιοδήποτε μέσο.
Από την άλλη τα πανεπιστήμια είναι οι κατεξοχήν ναοί[5] της γνώσης και της επιστήμης. Επιστήμη όμως πάνω από όλα σημαίνει αμφισβήτηση. Ο Γαλιλαίος, ο Κοπέρνικος και πολλοί άλλοι για να μην αναφέρω το Δαρβίνο και πλείστους άλλους έπρεπε να αμφισβητήσουν τις καθεστηκυίες τάξεις τους πρώτα από όλα. Αν δεν το είχαν κάνει, η Γη θα ήταν ακόμα επίπεδη, κέντρο του ηλιακού μας συστήματος και θα εξακολουθούσαμε να πιστεύουμε στη θεωρία της Δημιουργίας και όχι της Εξέλιξης. Αμφισβητώ, άρα σκέφτομαι. Σκέφτομαι, άρα υπάρχω. Η αμφισβήτηση είναι δομικό και απαραίτητο στοιχείο για την πρόοδο. Δε σημαίνει ότι οδηγεί πάντοτε σε πετυχημένο αποτέλεσμα. Ο Thomas Edison έλεγε όμως I have not failed. I've just found 10,000 ways that won't work.
Οι γονιμότεροι φορείς της αμφισβήτησης δεν μπορεί παρά να είναι οι νέοι και σκεπτόμενοι άνθρωποι. Κατά κανόνα είναι δύσκολο για τον 40ντάρη που απέκτησε το κάμπριο όχημά του, τον 5οάρη οικογενειάρχη που βάζει πάνω από όλα την οικογένεια του ή τον 60ντάρη συνταξιούχο που έχει μάθει να ζει και να αναπνέει σε ένα συγκεκριμένο σύστημα, να έρθουν να αμφισβητήσουν καθεστηκυίες τάξεις και αξίες. Όπως στη φύση έτσι και στην κοινωνία υπάρχει μια αόρατη δύναμη της αδράνειας που κάνει τους ανθρώπους φοβικούς σε ανατροπές καταστάσεων όταν αυτοί δεν μπορούν να προδιαγράψουν και να ελέγξουν το αποτέλεσμα των ανατροπών αυτών. Ο καταλληλότερος χώρος και χρόνος για να ευδοκιμήσει η αμφισβήτηση και η ανατροπή είναι ο πανεπιστημιακός χώρος και χρόνος. Εκεί που οι παλιές με τις νέες ιδέες ζυμώνονται, αντιπαρατίθενται και συγκρούονται.
Μα τι σχέση έχουν οι αναταραχές, τα επεισόδια και οι διαμαρτυρίες και όλα αυτά που συμβαίνουν μέσα στα πανεπιστήμια με την Επιστήμη και την Έρευνα, που είναι οι πρωταρχικοί σκοποί ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος θα αναρωτιούνται ορισμένοι. Αντιλαμβάνομαι ότι για πολλούς είναι δύσκολο να κατανοήσουν ότι το πανεπιστήμιο δεν είναι μια επαγγελματική σχολή που σκοπός της είναι να παράγει επαγγελματίες-επιστήμονες. Η επιστήμη δεν έχει καμία αξία χωρίς την κοινωνία. Πανεπιστήμιο και κοινωνία πρέπει να είναι δοχεία που επικοινωνούν. Πανεπιστήμιο δεν είναι μόνο μαθήματα, παραδόσεις, ερευνητικά εργαστήρια, εξετάσεις, βαθμοί και στο τέλος ένα πτυχίο. Η πανεπιστημιακή κοινότητα είναι ένας ζωντανός οργανισμός που θα έπρεπε να διαπαιδαγωγεί και να διαπλάθει κοινωνικά και πολιτικά σκεπτόμενους επιστήμονες-πολίτες. Ένα πανεπιστήμιο ανοιχτό στην κοινωνία με δραστηριότητες όχι αμιγώς ερευνητικές και διδακτικές, που αμφισβητεί την εκάστοτε καθεστηκυία τάξη και κυρίως τους επικεφαλής της είναι κάτι που δεν το θέλει καμία καθεστηκυία ελίτ. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που με το νέο νόμο Γιαννάκου δεν προστατεύονται όλοι οι πανεπιστημιακοί χώροι από το ακαδημαϊκό άσυλο αλλά μόνο οι χώροι διδασκαλίας και έρευνας[6]. Βέβαια το ποιοι είναι οι χώροι αυτοί θα καθορισθεί από το κάθε ίδρυμα ξεχωριστά με δική του πρωτοβουλία, ωστόσο οι κατευθύνσεις και οι προθέσεις είναι ξεκάθαρες ίσως και προδιαγεγραμμένες. Εκτός από τη διαφορετική χωροθέτηση που επιχειρεί ο νόμος Γιαννάκου σε σχέση με τον παλαιότερο νόμο-πλαίσιο (Ν. 1268/1982) υπάρχουν και άλλες δύο λεπτές διαφορές ανάμεσα στο νόμο του 1982 και του 2007. Ο νόμος του 1982 δεν προσδιόριζε ρητά ή κατονόμαζε ποιοι είναι οι φορείς της ακαδημαϊκής ελευθερίας. Στο Ν. 3549/2007 ορίζεται ότι το ακαδημαϊκό άσυλο αναγνωρίζεται για την κατοχύρωση των ακαδημαϊκών ελευθεριών και για την προστασία του δικαιώματος στη γνώση, τη μάθηση και την εργασία όλων ανεξαιρέτως των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας των Α.Ε.Ι., και των εργαζομένων σε αυτά, έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει. 1. Στον Ν. 1268/1982 οριζόταν ότι για την κατοχύρωση της ακαδημαϊκής ελευθερίας, της ελεύθερης επιστημονικής αναζήτησης και της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών, αναγνωρίζεται του Πανεπιστημιακό Άσυλο. Είναι επίσης ευδιάκριτη η προσπάθεια σύνδεσης του ασύλου με την ακαδημαϊκή ελευθερία υπό στενή έννοια και για αυτό γίνεται χρήση του όρου ακαδημαϊκός σε αντίθεση με τη ρύθμιση του 1982 που έκανε λόγο όχι για ακαδημαϊκό άσυλο αλλά για πανεπιστημιακό. Αυτές οι μικρές διαφορές μπορεί να φαίνονται ασήμαντες στους περισσότερους, αποκαλύπτουν όμως την πρόθεση για την αποσύνδεση της έννοιας του ασύλου με πανεπιστημιακές δράσεις που δεν έχουν στενό ακαδημαϊκό χαρακτήρα και ίσως μια προσπάθεια να αποκοπεί ή έννοια της ακαδημαϊκής ελευθερίας, της έκφρασης και διάδοσης των ιδεών από τη σύνδεσή της με την ίδια την κοινωνία –με τους εκάστοτε κοινωνικούς αγώνες.
Άλλωστε όπως έχει διατυπώσει και ο Α. Μάνεσης «…η διάκριση μεταξύ καθαρής επιστήμης και πολιτικής, μεταξύ επιστήμης και αξιολογικών κρίσεων της επιστήμονα δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα…».
Όπως όμως υποστηρίζει και ο καθ. Συνταγματικού Δικαίου, Αντ. Μανιτάκης «Το πανεπιστήμιο έχει και σήμερα ανάγκη από το πανεπιστημιακό άσυλο, όχι για να κλειστεί στον εαυτό του και να αποκοπεί από την κοινωνία, ούτε για να αποσυνδεθεί από την παραγωγή, με την οποία πρέπει να διατηρεί στενούς δεσμούς, αλλά για να συνδεθεί με την κοινωνία και την παραγωγή από θέση ισχύος και ανεξαρτησίας, έτσι ώστε να μπορεί το ίδιο να καθορίζει τους όρους της έρευνας και προαγωγής της επιστήμης. Έχει ανάγκη από το άσυλο, όπως έχει ανάγκη και από την αυτοδιοίκηση και την οικονομική του αυτοτέλεια, όχι για να προασπίσει τα ανύπαρκτα προνόμια των πανεπιστημιακών δασκάλων του, αλλά για να μπορεί να βρει καταφύγιο η ελεύθερη, χωρίς καταναγκασμούς ή εξαρτήσεις, επιστημονική αναζήτηση, η ανεξαρτησία της γνώμης και της σκέψης, η ελεύθερη παραγωγή και μετάδοση της γνώσης».
Βέβαια αυτοί που οραματίζονται ένα πανεπιστήμιο αλληλοεξαρτώμενο από τις ιδιωτικές εταιρίες, ονειρεύονται ένα πανεπιστήμιο ρομπότ που θα παράγει όσα απαιτούν οι αγορές ή καλύτερα όσα απαιτούν αυτοί που ελέγχουν τις αγορές. Το αν θα παράγει το πανεπιστήμιο κοινωνικά και πολιτικά σκεπτόμενους επιστήμονες όχι μόνο δεν είναι προτεραιότητα αλλά πρέπει να αποφευχθεί σε κάθε περίπτωση. Και ας μη γελιόμαστε, ένας από τους λόγους που επιδιώκεται η κατάργηση του ασύλου είναι για να καμφθούν οι ενδεχόμενες όποιες αντιδράσεις στα μελλοντικά σχέδια όχι μόνο σχετικά με την αναθεώρηση του άρθρου 16 και μιας άλλης σειράς μέτρων για την ανώτατη παιδεία και όχι μόνο. Το άσυλο ευνοεί τη δημιουργία εστιών αντίδρασης. Θα συμφωνήσω πως κάθε αντίδραση δε σημαίνει ότι είναι και προς τη θετική κατεύθυνση αλλά καλύτερα ακόμα και μια λανθασμένη αντίδραση από την αποχαύνωση του τηλεοπτικού καναπέ…
Συνεπώς αν ίσχυε ο νόμος Γιαννάκου το 1973 οι εξεγερμένοι του Πολυτεχνείου θα έπρεπε να κάνουν κατάληψη μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας και στα ερευνητικά εργαστήρια… Βέβαια κάνοντας λόγο για εξεγερμένους του 1973 ας μην ξεχνάμε όχι τους τίτλους των εφημερίδων –που ήταν ελεγχόμενες- αλλά την άποψη ενός μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης που έκανε λόγο για κωλόπαιδα, αλήτες και αναρχικά στοιχεία… Το αυτό μαρτυρούν και οι απόψεις ανθρώπων που αναρωτιούνται ακόμα και σήμερα γιατί θα πρέπει να γιορτάζεται η επέτειος του Πολυτεχνείου. Φυσικά αυτές οι απόψεις αλλά και η άποψη μερίδας της τότε κοινωνίας για τους εξεγερμένους φοιτητές αποσιωπείται από τα Μ.Μ.Ε, τέτοιες politically incorrect απόψεις, δεν είναι δυνατόν να βγαίνουν προς τα έξω. Αφού το Πολυτεχνείο νίκησε, δεν πρέπει να θυμόμαστε ότι κάποιοι τότε αποκαλούσαν τους εξεγερμένους «αλήτες και κωλόπαιδα». Ακόμα περισσότερο δεν πρέπει να θυμόμαστε ότι προς συμπαράσταση φοιτητών προσέτρεξαν και άλλοι. Μα τι δουλειά είχατε στην κατάληψη του πολυτεχνείου εσείς, οικοδόμος άνθρωπος, αφού δεν είστε φοιτητής; 37 χρόνια μετά τίθενται οι ίδιες ερωτήσεις σε διαδηλωτές από δικαστές της έδρας, λες και απαγορεύεται να διαδηλώνουν μαζί με τους μαθητές ή τους φοιτητές άλλοι πολίτες ή παραγωγικές τάξεις του τόπου…
Το άσυλο και η προστασία των ιδεών κυρίως της μειοψηφίας –γιατί οι απόψεις της πλειοψηφίας δεν έχουν την ίδια ανάγκη προστασίας- είναι ένας μετρητής ανεκτικότητας και κατ’ επέκταση δημοκρατικότητας... Όσο λοιπόν συμπιέζεται το άσυλο, τόσο περισσότερο αυτός ο μετρητής πλησιάζει προς το κόκκινο. Γιατί το άσυλο δημιουργεί την αναγκαία εκείνη ατμόσφαιρα που επιτρέπει να διατυπωθούν ανατρεπτικές απόψεις και διεκδικήσεις όχι μόνο σε επιστημονικό αλλά κυρίως σε κοινωνικό επίπεδο. Είναι σύμπτωση που η συζήτηση για το άσυλο θα επανέρχεται ξανά και ξανά όταν το πολιτικό σκηνικό θα είναι ρευστό; Ίσως όχι τόσο ρευστό όσο τις παραμονές της επιβολής της δικτατορίας της 21ης Απριλίου αλλά με βάση τις αναλογίες των διαφορετικών εποχών, η κρίση και η ρευστότητα θα προκαλούν αναταραχή, ανασφάλεια, αντίδραση και φυσικά από την άλλη μεριά φοβικά συντηρητικά ανακλαστικά που θα απαιτούν περισσότερη τάξη και ασφάλεια.
Μπορεί να αμφισβητήσει ότι τα πανεπιστήμια είναι από τα κατεξοχήν προπύργια κοινωνικών και πολιτικών αγώνων και κατακτήσεων; Μήπως εν τέλει η συζήτηση περί της κατάργησης του ασύλου θέλει να μεταφέρει το κέντρο λήψης απόφασης -για την επέμβαση δημόσιας δύναμης σε πανεπιστημιακό χώρο- από τις αρμόδιες πανεπιστημιακές αρχές στον κεντρικό φορέα της κρατικής εξουσίας εναντίον του οποίου στρέφονται κατά κανόνα οι διεκδικήσεις και οι αγώνες;
Κανένα άσυλο και κανένας νόμος δεν πρόκειται από μόνα τους να σταματήσουν τις ερπύστριες ενός τανκ αλλά ας μην ξεχνάμε ότι οι πιο επικίνδυνες ερπύστριες είναι εκείνες που δεν ακούγονται…
Υποσημειώσεις:
[1] Είναι γνωστό ότι εθιμικά το πανεπιστημιακό άσυλο στην Ελλάδα προστατεύεται από τα τέλη του 19ου αιώνα ακόμη. Οι ρίζες του όμως βρίσκονται ακόμα από την εποχή του Μεσαίωνα, οπού ειδικά την περίοδο του Φιλίππου Αυγούστου οι φοιτητές που τέλεσαν κάποια εγκληματική πράξη δε δικάζονταν από κανονικά δικαστήρια αλλά από τους ίδιους τους καθηγητές τους. Επίσης ο βασιλιάς Φίλιππος Αύγουστος εξέδωσε το 1200 καταστατικό χάρτη που υποχρέωνε τον Δεσμοφύλακα του Παρισιού, τον ανώτατο αξιωματούχο της εκτελεστικής εξουσία στην πόλη, να ορκίζεται ότι θα σέβεται τα προνόμια των σπουδαστών. Εν τέλει, και με την δράση τους, οι σχολές του Παρισιού αναγνωρίζονταν σαν ένα αυτόνομα σώμα μέσα στο πλαίσιο της ζωής της πόλης. Μπορούσαν να κατέχουν και να μεταβιβάζουν οικοδομήματα και γη, να εκλέγουν τις αρχές τους, να ενάγουν στα δικαστήρια και να ενάγονται, να νομοθετούν (εσωτερικά) για την διαχείριση των δικών τους ζητημάτων. Δεν ήταν απλά ένα δημιούργημα του βασιλιά, του πάπα ή των αρχών της πόλης ούτε καν του καγκελάριου της Notre Dame. Είχαν καταφέρει να δημιουργήσουν το στάτους ενός 'universitas magistrorum et scholarium' ή άλλως ενός πανεπιστημίου, http://el.wikipedia.org/wiki/ Φίλιππος_Αύγουστος_Β'_της_Γαλλίας
[2]Όπως υποστηρίζει και ο καθ. Μανωλεδάκης «το κάθε τι είναι τελικά η ιστορία», βλ. Μανωλεδάκη, Εισαγωγή στην Επιστήμη, σελ 115, άποψη που συνηγορεί στο ότι θα ήταν λάθος να εξετάζεται το άσυλο αποκομμένο από τις ιστορικές και συμβολικές τους καταβολές. Για αυτό στο μέλλον αξίζει να φωτιστούν όλα εκείνα τα ιστορικά γεγονότα που οδήγησαν τελικά στη νομική κατοχύρωση του θεσμού αυτού με το νόμο-πλαίσιο του 1982.
[3]Βλ. άρθρο 2§ 5 του Ν 1268/1982 και άρθρο 3 §6 του Ν. 3547/2007, γνωστού και ως νόμου Γιαννάκου και επίσης Ι. Μανωλεδάκη, Άσυλο ή άλλοθι. Ο νόμος προβλέπει αυτεπάγγελτη επέμβαση, εφημερίδα Το Βήμα, 17/09/2006, σελ Β55.
[4]Βλ. άρθρο 16§ 5 εδ. β΄ Συντάγματος.
[5]Στην αρχαιότητα οι ναοί αποτελούσαν χώρο ασύλου, γιατί άραγε ο ναός της γνώσης και της επιστήμης να μην προστατεύεται από κάποιο είδος ασύλου;
[6]Στο νόμο-πλαίσιο του 1982 οριζόταν ότι «το Πανεπιστημιακό Άσυλο καλύπτει όλους τους χώρους των Α.Ε.Ι.» ενώ στο νόμο Γιαννάκου «Το ακαδημαϊκό άσυλο καλύπτει όλους τους χώρους του Α.Ε.Ι. στους οποίους γίνεται εκπαίδευση και έρευνα. Οι χώροι αυτοί καθορίζονται με απόφαση και ευθύνη της Συγκλήτου για τα Πανεπιστήμια και της Συνέλευσης για τα Τ.Ε.Ι. Μπορεί τα ιδρύματα να αποφασίζουν για την έκταση της προστασίας αλλά ο νόμος τους λέει κοινώς, δεν μπορείτε να θεωρήσετε ως χώρο έρευνας και διδασκαλίας όλους τους χώρους του ιδρύματος, πρέπει να κάνετε επιλογή.